ἐξυβρίζει

ἐξυβρίζει
ἐξυβρίζω
break out into insolence
pres ind mp 2nd sg
ἐξυβρίζω
break out into insolence
pres ind act 3rd sg
ἐξῡβρίζει , ἐξυβρίζω
break out into insolence
pres ind mp 2nd sg
ἐξῡβρίζει , ἐξυβρίζω
break out into insolence
pres ind act 3rd sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • περιύβριση αρχής — Έγκλημα που διαπράττει όποιος εξυβρίζει, συκοφαντεί και γενικά εκ φράζεται περιφρονητικά για μια αρχή: δημόσια, δημοτική ή κοινοτική. Η π. α. προβλέπεται και τιμωρείται από το νόμο. Ο νόμος, τιμωρώντας την, έχει ως σκοπό να προστατέψει την… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”